ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΠΕΤΡΙΝΟΙ ΦΑΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΝΗΣ
Του Γιάννη Σαΐτα, Αρχιτέκτονα – Πολεοδόμου Ε.Ο.Τ.
Το Ελληνικό φαρικό δίκτυο, το οποίο άρχισε να συγκροτείται από το 1830 κ.ε., εκπροσωπήθηκε στη χερσόνησο της Μάνης με τρεις πέτρινους φάρους που ιδρύθηκαν στις τρεις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα: Γύθειο (1873), Ταίναρο (1882-1887), Κιτριές (1892). Και τα τρία κτίρια είναι αξιόλογα και ακολουθούν κοινό κτιριολογικό και αρχιτεκτονικό τύπο διαφέρουν όμως σε μέγεθος, σε οικοδομικά υλικά και σε ορισμένες κατασκευαστικές και μορφολογικές λύσεις, ενώ βασικό διακριτικό στοιχείο αποτελεί ο πύργος τους, που τόσο με το σχήμα όσο και με το ύψος του δίνει την ταυτότητα στον κάθε φάρο.
Και στις τρεις περιπτώσεις ο πύργος προβάλλει προς την πλευρά της θάλασσας από το ορθογωνικής κατόψεως σχήμα του οικήματος των φαροφυλάκων. Στο μεν Γύθειο, ο οκτάγωνος πύργος είχε ύψος 23μ. ενώ στο Ακροταίναρο ο τετράγωνος πύργος έχει ύψος 16 μ. και στις Κιτριές ο επίσης τετράγωνος πύργος έχει ύψος 11 μ.
Και στους τρεις φάρους το οίκημα των φαροφυλάκων έχει όμοια διαρρύθμιση. Οι διαστάσεις του οικήματος είναι στο Γύθειο 8,30 χ 13,50μ. (εμβαδόν 112τ.μ.). στο Ταίναρο 8,50 χ 14μ. (εμβαδόν 120τ.μ.) και στις Κιτριές 7 χ 11,50μ. (εμβαδόν 80τ.μ.). Διαθέτει τέσσερα δωμάτια διαταγμένα ανά δύο εκατέρωθεν ενός κεντρικού αξονικού θαλάμου, μέσω του οποίου γίνεται η πρόσβαση από τη μοναδική εξώπορτα τόσο προς τα δωμάτια όσο και προς τον πύργο του φάρου.
Σ' ένα από τα δωμάτια βρίσκεται η εστία για το μαγείρεμα, ενώ οι χώροι υγιεινής στεγάζονται σε ανεξάρτητο γειτονικό κτίσμα. Η στέρνα βρίσκεται είτε κάτω από το οίκημα είτε στο προαύλιο του φάρου (Γύθειο). Για όσο διάστημα οι φάροι ήταν επιτηρούμενοι. διέθεταν για τη λειτουργία και συντήρησή τους από δύο έως τέσσερις φαροφύλακες.